H άποψή μου για το βιβλίο • Εκείνος που άκουγε τις επιθυμίες των άλλων» • Γράφει η ποιήτρια Νάγια Κωστοπούλου

-
Ο δημιουργός Γιάννης Φιλιππίδης, παίζοντας ανάμεσα στην πρόζα και στο θεατρικό μονόλογο σε αυτό το πόνημά του, με τον εύστοχο αντωνυμικό χαρακτήρα του τίτλου του μας καταδεικνύει την δεινότητα και την δυναμική της αξιόπιστης πένας του, χωρίς καμιά βερμπαλιστική διάθεση τονίζοντας το υπαρξιακό και φιλοσοφικό πορτρέτο του ήρωά του σε μια ρωγμή του απροσδόκητου. Σε μια ρωγμή που διαιρεί τον χρόνο σε αντιστρόφως ανάλογες μετρήσιμες βιοτικές χάσεις…
«Οι στιγμές κυλάνε σε δευτερόλεπτα μηδενικά»...σελ. 17
Ο φιλόσοφος Σωκράτης, μέσα από την διαδικασία του επιθυμούν όντος , γνώριζε ότι η ανθρώπινη επιθυμία, δεν έχει αντικείμενο μήτε χρονικό όριο.
Και κατά τον Αριστοτέλη η χάρις είναι κάτι που προστίθεται από έξω, έτσι το υποκείμενο υποκειμενοποιεί πλέον την αιτία της ύπαρξής του δηλαδή την επιθυμία του ΄Αλλου, διότι χωρίς την επιθυμία του άλλου δεν υπάρχει πουθενά , δεν υπάρχει συνειδητή προβολή κι αυτό είναι κόλαση, διότι απουσιάζει ο διάλογος.
Εκείνος που άκουγε τις επιθυμίες των άλλων, και όχι τις σκέψεις όπως μας το αποσαφηνίζει εξ αρχής μάλιστα ο δημιουργός καταθέτοντας με ήρεμη δύναμη μια βαρυσήμαντη αλήθεια πως ο ήρωάς του διαθέτει μια χάρη, ένα μυστικό που ως τώρα δεν είχε βρεί την δύναμη να το αποκαλύψει σε κανέναν. ΄Ένα μυστικό – χάρισμα που τον καθιστά μοναδικό μα και ολότελα μόνο παράλληλα, στον χώρο της κοινωνικής δράσης.
«Βλέπεις, ποτέ δεν τόλμησα να σου εξομολογηθώ – ως τώρα- ότι μπορώ ν αντιλαμβάνομαι πράγματα, ν ακούω όχι την κάθε σκέψη, αλλά μονάχα τις επιθυμίες των άλλων»… όπως αναφέρει
στην σελ. 13
«Το χάρισμά μου , μ έκανε διορατικό…
Κάρμα να το πω;
΄Η μήπως ευλογημένη πρόνοια Θεού;» σελ. 15
Σ αυτό το μοναδικό αυτόνομο στοιχείο, του ήρωά του Γαβριήλ, στήθηκε το κέντρο βάρους όλου του έργου προβάλλοντας συνοχικά και τους τρεις τομείς κατά το Γουάτσον Watson, της αξίας ενός λογοτεχνικού έργου δηλ τη νομοθετική την θεωρητική ή αισθητική και την περιγραφική που αποτελούν δείγματα του ρεύματος μιας φιλελεύθερης πραγματείας αλλά και θεμελιώδη χαρακτηριστικά γνωρίσματα της λογοτεχνίας απομονώθηκε και μυστικοποίησε ο συγγραφέας για να μας καταδείξει μέσω του ετεροβιώματος και της γλωσσικής συναλλαγής- ανάγνωσης τις ηθικές ευαισθησίες τις κοινωνικές προκαταλήψεις τις πολιτισμικές αξίες αλλά και τις πολιτικές αντιλήψεις των τελευταίων σαράντα επτά ετών.
Μπροστά στο αναπάντεχο απρόσμενο όλα αναθεωρούνται.
Μπροστά στην δυσαρμονία της ερημιάς του φόβου και του θανάτου που οι διαστάσεις των αισθήσεων και οι οδοί των αισθημάτων αναμετρούνται με την σχιζοφρενική αστάθεια επειδή η σιγουριά της τακτικής κανονικότητας παύει να υπάρχει, ο ήρωας δραπετεύει στην ασφάλεια των βιωμένων ημερών, ξεκινώντας από την προδοσία που τον είχε πληγώσει το ίδιο πολύ. Από εκείνη την στιγμή που ένοιωσε πως αν την έχανε θα χανόταν.
Όπως τώρα, όπως αυτή την στιγμή.
«Πρώτη φορά που βρίσκομαι μακριά σου στ αλήθεια μόνος σ ένα σπίτι ενός Οκτώβρη μήνα, που βιάζεται να γίνει Νοέμβρης» σελ. 12
«Δεν θα σου γράψω ψέματα, θέλω να το ξέρεις. Λέξη που αποφάσισα μ αφήσω στο χαρτί, δεν πρόκειται να μουντζουρωθεί εκ των υστέρων, δεν αφήνω στον εαυτό νου το πλεονέκτημα να το μετανοιώσω»…σελ. 26
«Το έχω ορκιστεί στον εαυτό μου και σε σένα, απ΄αυτό το τετράδιο, δεν πρόκειται να σβηστεί ούτε μια λέξη. ¨Όλα καθαρά όλα διαυγή ανάμεσα μας»…σελ.21
Ο συγγραφέας Γιάννης Φιλιππίδης στέκεται απέναντι χωρίς ακροβασίες αφουγκράζοντας και καταγράφοντας τους ήχους απ΄ τις γνώριμες φωνές τα βουητά των καλοκαιρινών κυμάτων τις τους παιδικούς τσακωμούς πίσω απ΄ τον χωμάτινο δρόμο, μυρίζει τις γεύσεις απ΄ τα ανοιχτά παράθυρα των σπιτιών αισθάνεται τα αγγίγματα τα προστατευτικά τους οικείους θρήνους από τις γνώριμες απουσίες που σπαρταρούν ακόμη μέσα του τις προδοσίες σχεδόν εξαγνισμένες πια, τα ελαφρά σουρσίματα στο τσιμεντένιο δάπεδο θροΐσματα και τους νυχτερινούς παφλασμούς, τα φιλντισένια πρόσωπα και τα καθαρά μάτια των ηρώων του μέσω των μετρικών φθόγγων. Αυτά τα ασπρόμαυρα στίγματα που ως δίχτυ ασφαλείας γεμίζουν τα τρία μπλέ τετράδια κρατώντας την ψυχή του πίσω απ΄ τα υψηλά τείχη τους . Με τρυφερότητα αλλά και με την σιγουριά των αισθήσεων τους διαβαίνει μαζί τους πέφτει και υψώνεται ίδιο στοιχειό, ενάντια στο χρόνο της λήθης ανασύροντας μέσα από τις συνεχείς αναδρομές του τον κοινωνικό ιστό τεσσάρων δεκαετιών φωτίζοντας παράλληλα και τις ζωές των ηρώων του με γλώσσα που δονείται από την ενέργεια των ρημάτων και την συναισθηματικότητα των μετοχών προβάλλοντας με τα προσεκτικά μελετημένα και διάστικτα από συμβολισμούς ονόματά τους, τις δύσθυμες μέρες τους τις ανήσυχες ώρες τους τις αλύτρωτες κραυγές τους και τους δραπέτες θρήνους τους.
Στέφανος Ευγενία Ειρήνη Τάσος Ελένη Γρηγόρης Ελπίδα… ένα σύμπαν από ψιθύρους μεταμέλειας και ιαχών προσδοκίας.
Ο Shelley αποκαλεί τους δημιουργούς «ανεπίσημους νομοθέτες της ανθρωπότητας» διότι καλλιεργούν πράγματι μέσω των συγκινησιακών αισθήσεων την κοινωνική συνείδηση.
Κι εδώ σ΄αυτό το πόνημα ο δημιουργός Γιάννης Φιλιππίδης πράγματι ως ανεπίσημος νομοθέτης δημιούργησε την δική του νομοτελειακή αρχή θεσμοθέτησε την δική του κοινωνία δημιούργησε τον δικό του ανθρώπινο ιστό.
Ο δικός του άγγελος, η Αγγελική του, μάχεται με τις δυνάμεις του Άδη λίγα μέτρα μόλις μακριά του, στην εντατική μονάδα ενός νοσοκομείου.
Εκεί πίσω από την σφραγισμένη πόρτα που, ο στίχος του Εμπεδοκλή «κλαυσά τε και κώκυσα» απεικονίζεται ανατριχιαστικά, ολόγυρα από το διασωληνωμένο σώμα της μοναδικής αγαπημένης του, της ψυχής του, της καρδιάς του, όπως αποκαλείται συνεχώς ευλαβικότατα σαν Αμήν σαν επίλογος για να θέσει την άνω τελεία στο γραπτό καθημερινό ημερολόγιο-διάλογο.
«Καληνύχτα γι΄ απόψε αγαπημένη μου» σελ 14
«Καληνύχτα καρδιά» σελ.101
«Ανεβαίναμε σκαλοπάτι καρδιά μου» σελ 189
Αυτή η απόσταση απουσίας και εκείνος ο ραγισμένος ύπνος της Αγγελικής της ηρωίδας που χρησμοδοτεί την συγγραφική διάθεση-κατάθεση του δημιουργού, συντελούνται όλες οι μετέωρες στιγμές του Γαβριήλ του ήρωα που πρωταγωνιστεί ως
«Εκείνος που άκουγε τις επιθυμίες των άλλων» αλλά και όλα όσα συνωμοτεί ο συγγραφέας εναντίον της μίας και μοναδικής δικής του επιθυμίας για να προβληθεί ο μύθος του.
«δυο ψυχουλάκια που είχαν γεννηθεί με δυό εβδομάδες διαφορά»…σελ. 18
Για να μας τονίσει με απολυτότητα το πόσο κοινή υπήρξε η βιοτική πορεία τους. Και πως πράγματι λειτουργεί το κοινό στοιχείο για να παραχθεί αυτή η μεταφυσική διάσταση της αγάπης, μέσα από τα θέλω, τα ελπίζω, τα ονειρεύομαι, τα επιθυμώ, τα στοχεύω, τα εύχομαι, που χαρακτηρίζουν την ποιότητα ζωή μας.
Θα ήθελα εδώ να παραθέσω μια φράση από το βιβλίο Σκανταλόπετρα του συγγραφέα και ποιητή, Σωτηρίου Σαμπάνη πως:
«Λίγο όνειρο, λίγο συνήθεια, λίγη ελπίδα, χτίζουν την επανάληψη»
Η ζωή στηρίζεται σε όλα αυτά μα μας διαφεύγει το απροσδόκητο,και στο απροσδόκητο ακριβώς θεμελιώνεται.
΄Αλλωστε από το ίδιο υλικό θεμελιώνεται και ο πόλεμος.
Και η ζωή πολλές φορές ζητά να γίνουμε μαχητές.
Και ο ήρωας ο Γαβριήλ, τώρα μάχεται, πολεμά, λαβώνεται ψυχορραγεί το ίδιο μαζί της.
΄Ολη νύχτα με ένα καφέ η με ένα ποτό στο χέρι περιεργάζεται το ακοίμητο το ακατάδεκτο το απίστευτο τώρα. Πρέπει να το ευμενίσει να το ημερώσει να το εξημερώσει μέσα από τα περάσματα της τρυφερότητας και τις λυρικές ερωτικές αποχρώσεις που σέρνονται μέσω των απολήξεών του και κείτονται εκεί ανάμεσα στις γραμματοσειρές και στους εξομολογητικούς ψιθύρους του.
Σαν άλλος Ορφέας πίσω από την παράξενη φόρτιση του χώρου προσπαθεί να ξεγελάσει τις ατέλειωτες πικρές επισκέψιμες ημέρες του στο Λειμώνα της Σιωπής και να αποφορτίσει τις ατέλειωτες θρηνητικές ροές που τον καταβάλλουν τις ώρες της αναμονής του.
«οι άτακτες σκέψεις μεταμορφώνονται ανεξέλεγκτα από ελπίδα σε φόβο»…σελ 264
Ξηλώνοντας μια μια τις συμπαγείς μέρες του παρελθόντος υφαίνει αντίστοιχα τούτες τις νύχτες της απόλυτης ερημιάς.
Οκτώ ολόκληρα εικοσιτετράωρα μεταλαμβάνονται από τα άγρια ριζίδια του σκοταδιού σαν σταγόνες έναρθρου όρθρου περιμένοντας ένα μήνυμα. Αδημονεί για την μαγική απάντηση για την Ελπίδα στο πλάι της κόρης του της Ελπίδας και της πεθεράς του της Ειρήνης που για πρώτη φορά βρίσκουν τον τρόπο να ειρηνεύσουν μεταξύ τους, μπροστά στο απευκταίο ενδεχόμενο.
Όχι μην φοβάσαι αγαπούλα….
Όχι δεν πρόκειται να σε χάσω καρδιά μου…
Με αυτές τις φράσεις χρησμούς κρατά την ψυχή του όρθια περιμένοντας λεπτό το λεπτό την απάντηση-λύτρωση από το στόμα του διευθύνοντος ιατρού που την παρακολουθεί.
Με αυτές τις φράσεις επίλογο στο ημερολόγιο καταθέτει την επιθυμία του αυτός που άκουγε τις επιθυμίες των άλλων τώρα πια καθορίζει την σκέψη του μπροστά στην αοριστία τάξη που τον εγκατέστησε το απροσδόκητο.
Με την αγωνία τεντωμένη, όσο η επιστήμη δίνει την δική της μάχη εκείνος ξεπερνά το φράγμα του χρόνου με την παρανομία της γραφής μιας και δεν είναι συγγραφέας όπως μας αναφέρει στην σελ 11 και συνεχίζει με την σιγουριά που του δίνει η αγάπη….μολονότι δεν είναι…
«είναι διαθετειμένος να γράψει ένα ολόκληρο βιβλίο που αφορά την ζωή του».
΄Ενας αδιόρατος κυνισμός, περιθάλπει το κλειδωμένο παρελθόν του. Οι μνήμες δεν κρατούνται αναδύονται συνεχώς ματώνοντας τις νύχτες του καταργώντας τις μέρες του.
Η αφανής αρμονία των χαμένων διαστάσεων , των κοιμισμένων ωρών των άναρχων στιγμών που κάνουν τον χώρο της ανάγκης καμπύλο και το λυγρό φως του χρόνου να κατρακυλά ανάμεσα στις σελίδες των τετραδίων αφήνοντας ένα φως γλυκό εαρινό στο περιθώριο του ευθραύστου παρόντος ξεκολλούν κομμάτι κομμάτι την ζωή, τις ανθρώπινες αδυναμίες, τις δύσθυμες διαθέσεις, τις ανταγωνιστικές εκρήξεις και, τις άτολμες οι τολμηρές σεξουαλικές παθογένειες- καταβυθίσεις.
Διαστέλλεται στο τώρα.
Τρίτη μέρα…σελ 9
Μισή ώρα αργότερα σελ 15
Τρία τσιγάρα αργότερα…σελ 68
Τρία τσιγάρα κι έναν ακόμα καφέ αργότερα…σελ 170
Λίγη ώρα αργότερα…σελ 278
Ατακτος ο χρόνος ,αλλοπρόσαλλη η πραγματικότητα, κι όλα αποκαλύπτουν τον ασυμβίβαστο της βίωσης που
οριοθετούνται με την εύστοχη δυναμική των τίτλων που αποσαφηνίζουν και καθοδηγούν διαδραστικά τα κεφάλαια μέσω της παραφροσύνης το κάλεσμα και των συναισθημάτων τους κωδικούς.
Αυτά τα μικρά καθημερινά αναγκαία που συνεχίζουν μαζί του, σηματοδοτούν και τα βασικά συστατικά της ζωής του, τροφοδοτώντας τις επιθυμίες του και προσδιορίζοντας τις ευχές του.
Αυτές οι κάθετες διαφάνειες καθορίζουν την μοναδικότητα και την αυθεντικότητα του μέσα στο χρησμικό παρόν.
Αυτές είναι οι πρωτόλειες συνισταμένες που πυροδοτούν την ζωή με μνήμη και το άναρχο αόριστο αύριο το μετατρέπουν σε ευλογημένο ενεστωτικό παρόν.
Ξετύλιξα μια μνήμη παλιά μας κι έφεξε λιακάδα πρωινού…σελ 68
Έτσι ακριβώς ξετυλίξαμε τον μύθο,
ξηλώσαμε τους χρόνους,
διαβήκαμε άναρχα από την ανάγκη
αναδιπλώσαμε εικόνες και συναισθήματα
αναμασώντας τα να, τα όταν, τα θα…
Θα ζήσει άραγε ή μήπως όχι…
Όχι δεν μπορεί… δεν το χωρά ο νους του πως εκείνη που αποτελεί όλη του την ζωή, κι όχι την μισή όπως συμβαίνει συνήθως μπορεί να χαθεί.
Και τότε;
Εκείνος μπορεί να υπάρχει χωρίς εκείνη;
Και το χάρισμα τι;
Πόση αξία θα έχει πια εκείνο το ευλογημένο από το Θεό δώρο, αν η δική του επιθυμία νεκρωθεί αν δεν υπάρχει μια λιακάδα να πιστεύει.
«Μεγαλώνοντας, στέριωσε μέσα μου η πεποίθηση, ότι ο καθένας μας παίρνει τον παράδεισο που του αξίζει. Και κει, δε χανόμαστε, αλλά συνδεόμαστε ξανά»…σελ. 278
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Μέσα από την ιερή δύναμη της προβαλλόμενης ανάγκης για διάλογο απαντάται το ερώτημα όλης της φιλοσοφίας του Δυτικού Κόσμου περί δι-υποκειμενικότητας του Εγώ. Επειδή η ανάγκη για επιθυμία ελπίδα δύναμη πίστη δημιουργούν επί της ουσίας την βιοτική ζωή… Και φυσικά όλα αυτά μαζί αποτελούν τον κορμό του μυθιστορήματος, την αφηγηματική προσταγή του έργου, που μας καθοδήγησε μέσω της χρονικής αναρχίας….να ανακαλύψουμε τις ψυχολογικές, πνευματικές και κοινωνικές προεκτάσεις της κάθε πολύπαθης μέρας του ήρωα…΄Ετσι σπάζοντας τις φόρμες και με οδοδείκτες την διαύγεια την ενσυναίσθηση την τρυφερότητα την ευσπλαχνία και την αμέριστη φιλανθρωπία έστησε την μυθιστορία του Εκείνου που άκουγε τις επιθυμίες των άλλων, αφήνοντας με περισσή επιμέλεια να έρπονται υποδόρια τα στοχευμένα μυνήματά του που πάλλονται από τις βαθύτερες υπαρξιακές και φιλοσοφικές του αγωνίες.
Η επιθυμία είναι χρησμοδοτική αναγκαιότητα.
Και αυτή η αναγκαιότητα δημιουργεί την συνθήκη για διάλογο.
Και ο διάλογος γεννά το Ον Άνθρωπο…
Γεννά την ιστορία.
Αγαπημένε μου Γιάννη, σε ευχαριστώ από καρδιάς.